Τὸ Louro τοῦ ἀρχιμάστορα τῶν ἱσπανικῶν λευκῶν Ραφαὲλ Παλάθιος ἦταν τὸ πιὸ καλοφτιαγμένο λευκὸ κρασί ποὺ δοκίμασα τὸ περασμένο καλοκαίρι κι ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νὰ πάρω ἄλλη μία φιάλη, γιὰ νὰ τή μοιραστῶ μὲ τοὺς ἀγαπημένους συνοινοπόρους μου ἀπὸ τὴν οἰνικὴ παρέα τοῦ WC17. Περιηγούμενος στὸν ἠλεκτρονικό κατάλογο τοῦ cavacava ἀπ’ὅπου καὶ το εἶχα ψωνίσει, κατάλαβα πὼς τὸ καλύτερο ποὺ εἶχα νὰ κάνω ἦταν νὰ παραγγείλω μιὰ μικτὴ ἑξάδα ἀπὸ τὴν εὐρύτερη περιοχή. Μὲ σκοπὸ νὰ μὴν ὑπερβῶ τὰ 200 εὐρὼ συνολικά (τά κατάφερα!), ἔστησα ἕναν οἰνικὸ περίπλου τῆς βόρειας Ἱσπανίας, μὲ δύο κρασιὰ ἀπὸ τὴ Γαλικία (ἓνα ἐκ τῶν ὁποίων ἦταν τὸ Louro), δύο μὲ ἔμφαση στὸ τεμπρανίγιο, ἀπὸ Ριόχα καὶ Ριμπέρα δὲλ Δουέρο κi ἄλλα δύο ἀπὸ τὴν Καταλονία: μιὰ κάβα (cava) κι ἕνα πριοράτ.
Ἡ αὐλαία ἄνοιξε μὲ τὴν κάβα Serral del Vell 2007 ἀπὸ τὴν Ρεκαρέδο τοῦ παγκόσμιας φήμης Τὸν Μάτα, ὁ ὁποῖος ποτὲ δὲν προσθέτει ζάχαρη στὰ χειροποίητα κρασιά του στὸ στάδιο τῆς τελικῆς ἐμφιάλωσής τους, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὰ νὰ εἶναι τόσο ξηρὰ ὥστε νὰ μὴν χάνεται ἡ εὐεργετικὴ αἴσθηση τῆς ἰσορροπημένης ὀξύτητάς τους. Πραγματικὰ
ἐκλεπτυσμένο ἀφρῶδες, ἰδανικὸ γιὰ ἀπεριτίφ!
Ἀπὸ τὰ βουνὰ τοῦ παραμεσόγειου Ἄλ Παναδὲς, μεταφερθήκαμε νοητὰ στὴν γαλικιανὴ ἐνδοχώρα, κοντὰ στὸν Ἀτλαντικὸ Ὠκεανό, γιὰ νὰ ἀνοίξουμε τὸ περιβόητο Louro 2016 τοῦ μικρότερου ἀδερφοῦ τοῦ θρυλικοῦ Ἄλβαρο Παλάθιος. Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ συνήγορος τοῦ διαβόλου τῆς παρέας μας (ὅλες πρέπει νἀ’χουν ἀπὸ ἕναν!) χαμογέλασε καταφατικὰ κι ἐξέφρασε τὴν ἰκανοποίησή του γι’αὐτό, κατάλαβα πὼς θὰ περνούσουμε μιὰ ὑπέροχη βραδιά. Ἡ παρέα τό περιέγραψε ὡς κάτι σὰν βιδιανὸ, μὲ οἰνοποίηση ποὺ θύμιζε Βουργουνδία…
Περνώντας στά κόκκινα καὶ στὴ γειτονικὴ Ριμπέιρα Σάκρα, δοκιμάσαμε ἴσως τὴν καλύτερη ἐρυθρὴ ποικιλία τῆς βορειοδυτικῆς Ἱσπανίας, τὴ μενθία. Τὸ Lalama 2014 τοῦ Ντομίνιο ντὸ Μπιμπέι ἦταν μιὰ τυπικότατη ἔκφραση τῆς σταφυλικῆς πρώτης ὕλης του, μὲ 10% συμμετοχὴ στὸ χαρμάνι διάφορων ἄλλων ποικιλιῶν τῆς περιοχῆς. Ζυμωμένο ἀποκλειστικὰ μὲ ἰθαγενεῖς ζῦμες, μὲ ἐντυπωσίασε μὲ τὴν ἀπρόσμενη γιὰ τὴν ἠλικία του φόρμα, παρὰ τὴ φήμη τῆς μενθία, ὡς σταφυλιοῦ ποὺ θέλει κατανάλωση ἐντὸς τριετίας. Tὸ δὲ ταίριασμά του μὲ τὴν πίτσα ποὺ τὸ συνόδευσε, ἀπολαυστικότατο.
Στὴ συνέχεια τῆς βραδιᾶς, ἀπεγκλωβίσαμε ἀπὸ τὴ φιάλη της μιὰ ὑπέροχα δονούμενη ριόχα τοῦ 2008, τὴ Viña Ardanza, ἀπὸ ἕνα ἐκ τῶν πλέον παραδοσιακῶν οἰνοποιείων τῆς περιοχῆς, τὸ Λὰ Ριόχα Ἄλτα, ποὺ ἐπιμένει νὰ χρησιμοποιεῖ ἀμερικάνικα βαρέλια ἐδῶ καὶ 130 χρόνια! Ἐξαιρετικὴ δομὴ καὶ πλούσιο φροῦτο, στὸ ὁποῖο σίγουρα συνέβαλε καὶ τὸ 20% γκαρνάτσα ἀπὸ φτωχὰ ἐδάφη τῆς ἀνατολικῆς Ριόχας. Ἤδη ἀνυπομονῶ νὰ δοκιμάσω τοῦ 2010 ποὺ ἀναμένεται τὸν Νοέμβριο, ἀλλὰ καὶ τὴν ἕτερη ἐτικέτα του ποὺ φέρνει τὸ cavacava.
Τὸ Parada de Atauta ποὺ ἀκολούθησε, ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο κτῆμα τῆς Ριμπέρα δὲλ Δουέρο κι ἀπὸ σταφύλια 100% τεμπρανίγιο, εἶχε πολὺ διαφορετικὸ στύλ, ἀλλὰ ἄρεσε σχεδὸν ἐξ ἴσου. Μαλακὸ κρασί, στρογγυλό, καὶ μάλλον πολὺ κοντὰ στὴν κορυφὴ τῆς δυνητικῆς ἐξέλιξής του (τὸ τοῦ 2015 ποὺ δοκιμάσαμε ἐμεῖς). Ἄριστο γιὰ σιγομαγειρεμένο κρέας, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ Ritme τῆς Ἀκούστικ Σελιέρ, ποὺ σήκωνε κρέας ἀπὸ τὴ σχάρα καὶ μὲ τὸ ὁποῖο καὶ κλείσαμε τὸ οἰνικὸ σκέλος τῆς μάζωξης, ἐπιστρέφοντας στὴν Καταλονία, ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ εἴχαμε ξεκινήσει.
Ἡ αὐλαία ἔπεσε μὲ κοὺμ κουὰτ γλασὲ ἀπὸ τὴν Κέρκυρα καὶ τσίπουρο ἀπὸ καμπερνέ, φτιαγμένο ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο μάστορα τοῦ εἴδους, Ἀνέστη Μπαμπατζιμόπουλο!
Γιάννης Ἀθανασιάδης